Μουσική - Τραγούδι - Χορός

Η κρητική μουσική είναι η αρχαιότερη ελληνική και ευρωπαϊκή μουσική. Στην εποχή μας, η μουσική παράδοση της Κρήτης διατηρείται ακόμα ζωντανή, όχι ως ένα μουσειακό είδος φολκλόρ, αλλά ως αναπόσπαστο στοιχείο της πολιτιστικής καθημερινότητας του ντόπιου πληθυσμού και όχι μόνο. Η Κρητική μουσική παράδοση καταφέρνει να εκφράζει και να σχολιάζει με ζωντανό τρόπο την σημερινή πραγματικότητα.

Οι Μαντινάδες

Η παραδοσιακή μουσική της Κρήτης άλλοτε περιλαμβάνει χορευτικούς σκοπούς και άλλοτε συνοδεύει απλά το τραγούδι. Οι μαντινάδες αποτελούν την πιο γνωστή μορφή τραγουδιού. Πρόκειται για δίστιχα δεκαπεντασύλλαβα και ομοιοκατάληκτα ποιήματα, με κύριο θέμα τον έρωτα. Είναι ο πιο συνηθισμένος τρόπος έκφρασης για συναισθήματα και καταστάσεις όπως η αγάπη, ο χωρισμός, ο πόνος, ο έρωτας κτλ. Συχνά οι μαντινάδες είναι αποτέλεσμα αυτοσχεδιασμού, από μαντιναδολόγους με ξεχωριστή δεξιοτεχνία.

 

Τα Ριζίτικα

Τα «ριζίτικα» τραγουδιούνται κυρίως στα χωριά της ρίζας (πρόποδες) των Λευκών Ορέων στα Χανιά. Ανάλογα με το θέμα των στίχων τους διακρίνονται σε ακριτικά, ηρωικά, ιστορικά, επαναστατικά, αλληγορικά, της ξενιτιάς και του έρωτα. Αν και προέρχονται κυρίως από τη Δυτική Κρήτη είναι αρκετά δημοφιλή και στην κεντρική Κρήτη. Τα ριζίτικα είναι συνήθως γραμμένα σε δεκαπεντασύλλαβο αλλά δεν έχουν απαραίτητα ομοιοκαταληξία. Δεν χορεύονται και συνήθως τραγουδιούνται είτε από μία ομάδα είτε από ένα άτομο που λέει ένα ημιστίχιο το οποίο επαναλαμβάνει η χορωδία.

Τα Ταμπαχανιώτικα

Σημαντικό κομμάτι της αστικής κρητικής μουσικής είναι τα λεγόμενα «ταμπαχανιώτικα» τραγούδια ή μανέδες. Τα ταμπαχανιώτικα γνώρισαν την άνθιση τους κυρίως στον 19ο και 20ο αιώνα, στις αστικές περιοχές της δυτικής Κρήτης. Είναι ουσιαστικά ένα πάντρεμα κρητικής αστικής μουσικής με μουσικές και ήχους της Μικράς Ασίας, ένα είδος κρητικού ρεμπέτικου, και δεν είναι χορευτικά τραγούδια. Πήραν το όνομα τους από τους ταμπαχανέδες, δηλαδή τα βυρσοδεψεία. Σημαντικότερος εκπρόσωπος τους ήταν ο Στέλιος Φουσταλιέρης, δεξιοτέχνης του μπουλγαρί.

Τα μοιρολόγια

Τα κρητικά μοιρολόγια αξίζουν να αναφερθούν σαν μια ξεχωριστή κατηγορία κρητικού τραγουδιού. Μιλούν για τον θάνατο και την απώλεια, και άλλοτε απευθύνονται στον εκλιπόντα, άλλοτε στον ίδιο τον Χάρο. Οι ρίζες τους βρίσκονται στο πολύ μακρινό παρελθόν, ίσως ακόμη και στα ομηρικά χρόνια. Υπάρχουν τα κοινά μοιρολόγια αλλά και τα αυθόρμητα μοιρολόγια που αυτοσχεδιάζονται εκείνη τη στιγμή από τον συγγενή που θρηνεί. Συνήθως είναι δεκαπεντασύλλαβα, ομοιοκατάληκτα ή μη αλλά υπάρχουν και μοιρολόγια εντεκασύλλαβα ή και δωδεκασύλλαβα.

Πηγή: http://www.destinationcrete.gr/el/

Η χορευτική παράδοση / Πυρρίχιος Χορός

Ο Πυρρίχιος είναι ο αρχαιότερος ελληνικός πολεμικός χορός. Οι χορευτές χορεύαν κρατώντας ασπίδα και δόρυ και φορώντας περικεφαλαία.

Σύμφωνα με μια εκδοχή του μύθου ο Πυρρίχιος χορός δημιουργήθηκε από τους Κουρήτες, όταν ο Δίας ήταν βρέφος. Οι Κουρήτες ήταν από τους πρώτους κατοίκους της Κρήτης και χόρεψαν πάνοπλοι έναν πολεμικό χορό για να καλύψουν το κλάμα του και να μην τον ακούσει ο Κρόνος που τον κυνηγούσε.

Πολλοί παραδοσιακοί Κρητικοί χοροί, πιστεύεται σήμερα ότι αποτελούν μετεξέλιξη των χορών των Κουρητών ή της Πυρρίχης. Εξάλλου, θεωρείται ότι αρκετούς ελληνικούς χορούς, ήδη από την αρχαιότητα, οι Έλληνες τους διδάχτηκαν από τους Κρήτες.

Πήλινο ομοίωμα χορού από γυναίκες χορεύτριες σε κυκλική διάταξη, με τη συνοδεία του μουσικού ήχου της λύρας. Βρέθηκε στο Παλαίκαστρο (Μετανακτορική περίοδος, 1350-1300 π.Χ.).

Θα ήταν παράληψη να μην αναφερθούμε και στους τελετουργικούς κυκλικούς χορούς, που κατά τη Μινωική περίοδο είχαν ιδιαίτερη θέση στις θρησκευτικές τελετουργίες των Κρητών.

Είναι επίσης χαρακτηριστικό, ότι μέχρι λίγες δεκαετίες πριν ο μουσικός ή ο Λυράρης στην Κρήτη καθόταν στο κέντρο του κύκλου και αυτό είναι κάτι που κληρονομήθηκε στην Κρήτη από την αρχαιότητα, όπως μαρτυρούν αρκετά αρχαιολογικά ευρήματα.

 

Κουρήτες χορεύουν γύρω από τον Δία βρέφος

Η χορευτική παράδοση της Κρήτης περιλαμβάνει τουλάχιστον 25 χορούς.

Στις μέρες μας μόνο κάποιοι από αυτούς είναι ευρύτερα γνωστοί και χορεύονται στης καθημερινές κοινωνικές εκδηλώσεις των Κρητών. Αυτοί είναι κυρίως ο μαλεβιζώτης, ο χανιώτικος (συρτός), ο (Ανωγειανός) πηδηχτός, η σούστα, ο σιγανός και το πεντοζάλι.

Μαλεβιζιώτης ή Καστρινός

«Στείλε το Καστρινό χορό, σ' ολη την οικουμένη,
ν' ανακαλύψουν τη χαρά, στ' αυτιά τους οι καημένοι»

Λέγεται Μαλεβιζιώτης γιατί πρωτοχορεύτηκε στην επαρχεία Μαλεβιζίου στο Ηράκλειο και Καστρινός πηδηχτός εξαιτίας του Μεγάλου Κάστρου όπως λεγόταν παλαιότερα το Ηράκλειο. Λέγεται και Πηδηχτός από τα άλματα και τις φιγούρες των χορευτών. Αποτελείται από δεκαέξι βήματα, οκτώ μπροστά και οκτώ πίσω, χορεύεται κυκλικά σε ρυθμό με μέτρο 2/4. Οι χορευτές πιάνονται χέρι χέρι, με τις παλάμες στο ύψος των ώμων και λίγο πιο κάτω και τους αγκώνες λυγισμένους.

 

Θεωρείται ότι είναι κατάλοιπο του αρχαίου μινωικού πολεμικού χορού Πυρρίχιου και ότι αναπαριστά τις προσπάθειες κατάληψης και άμυνας του Μεγάλου Κάστρου στις διάφορες στιγμές της ιστορίας του. Μια αξιόλογη μαρτυρία της αρχαίας καταγωγής του καστρινού πηδηχτού μας αποκάλυψε η σκαπάνη αρχαιολόγων. Στα 1900 στην αρχαία κρητική πόλη Λατώ ανακαλύφθηκαν ανάγλυφες πλάκες όπου αναπαριστούσαν ένα χορό της 4ης π.Χ. εκατονταετηρίδας ο οποίος έχει οκτώ κινήσεις των ποδιών.

Ο χορός διαδόθηκε από τη γενέτειρά του το Ηράκλειο στο Ρέθυμνο, το Λασίθι και σε ολόκληρη την Κρήτη στη δεκαετία του ‘20. Είναι ίσως ο γρηγορότερος, ζωηρότερος καιο πιο αγαπημένος χορός της Κρήτης, αλλά και συνάμα ο πιο δύσκολος. Οι βηματισμοί, αν και φαινομενικά απλοί, γίνονται ενίοτε σύνθετοι και πιο γρήγοροι με απότομες κινήσεις (στροφές), που σημαίνει ότι χρειάζεται αντοχή και ευχέρεια για τις γρήγορες και τεχνικές φιγούρες. Ο πρωτοχορευτής θεωρείται ο τεχνίτης και ο οδηγός των υπολοίπων χορευτών, καθώς έχει την δυνατότητα να δείξει τη δεξιοτεχνία του κάνοντας παραλλαγές στα απλά βήματα, με καθίσματα, με ρυθμικά χτυπήματα των χεριών στα πόδια (ταλίμια), με απότομες στροφές στον αέρα, αποσπώμενος του κύκλου με ρυθμικά χτυπήματα των ποδιών του στο έδαφος. Η γυναίκα πιάνει συχνά στο χορό πρώτη με χάρη και θηλυκότητα, κάνοντας πολλές στροφές στο χέρι του άντρα αποσπώμενη πολλές φορές του κύκλου, χωρίς ωστόσο να απομακρύνεται από εκείνον.

Συρτός ή Χανιώτικος

«Ρέθυμνο με τη σούστα σου, Χανιά με το Χανιώτη

και Κάστρο με τα κάστρα σου και το Μαλεβιζιώτη»

Ο συρτός ίσως είναι ο πιο δημοφιλής χορός σήμερα στην Κρήτη και ονομάζεται έτσι γιατί τα πόδια των χορευτών σέρνονται στο έδαφος χωρίς να χάνουν ποτέ την επαφή με τη γη. Ονομάζεται και Χανιώτικος γιατί πρωτοχορεύτηκε στα Χανιά και ειδικότερα στην επαρχία Κισσάμου γι’αυτό αποκαλείται και κισσαμίτικος. Χορεύεται σε κύκλο με λαβή από τις παλάμες στο ύψος των όμων. Έχει 12 βήματα και ο ρυθμός του βασίζεται σε μέτρο 2/4 (4 γυρίσματα από 2 φορές).

Ιστορικές αναφορές λένε πως λίγο πριν την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους, ξεκίνησαν από τη Κρήτη χίλιοι εθελοντές για να βοηθήσουν τους χριστιανούς της Πόλης. Αυτοί ήταν οι Κρητικοί που συνέθεσαν τις δύο μελωδίες πάνω στις οποίες βασίστηκε ο ‘’πρώτος συρτός – Χανιώτικος’’. Έτσι αυτοί οι σκοποί πέρασαν από γενιά σε γενιά συνοδεύοντας ριζίτικα ή χορευτικά τραγούδια. Στα 1750 στα Πατεριανά Λουσακιών Κισσάμου παντρευόταν ο Πατερομάνος, γνωστός οπλαρχηγός της περιοχής με καλεσμένους όλους τους ντόπιους οπλαρχηγούς της εποχής εκείνης. Εκεί γεννήθηκε η ιδέα να οργανωθεί μια επανάσταση εναντίων των Τούρκων. Είχαν καλέσει και το μεγάλο βιολάτορα της εποχής Στεφανή Τριανταφυλλάκη ή Κιόρο και του ζήτησαν να παίξει για να ακουστούν οι δύο παλιοί εκείνοι σκοποί, ως ένδειξη τιμής στους πεσόντες της Πόλης. Οι οπλαρχηγοί χόρεψαν πρώτη φορά πάνω στους σκοπούς αυτούς και έτσι προέκυψε ο χορός.

Ο χανιώτικος έγινε ευρέως γνωστός στην υπόλοιπη Κρήτη την περίοδο του Μεσοπολέμου, αποκτώντας στη συνέχεια παραλλαγές στο ύφος και την έκφραση της μουσικής, του βηματισμού και της φόρμας του. Κάποιοι από τους πρωτομάστορες της Κρητικής μουσικής του 20ου αιώνα, συνέβαλαν καθοριστικά με το έργο και το παίξιμό τους ώστε ο συρτός να επικρατήσει σε όλη την Κρήτη.

Ο χορός ήταν και είναι ιεροτελεστικός. Ο πρώτος που χορεύει έχει την ελευθερία κίνησης και τη δυνατότητα να αυτοσχεδιάζει κάνοντας κάποιες παραλλαγές στα βασικά βήματα του χορού ευρισκόμενος όμως σε συνεχή επαφή με τη γη. Υπάρχει η δυνατότητα του αυθορμητισμού με στροφές και τσακίσματα, πάντοτε όμως με μέτρο.

Ανωγειανός Πηδηχτός

«Ο Δίας ο Κρηταγενής, ο Μίνως κι οι Κουρήτες,
αυτή ειν’ η παράδοση απου 'χουνε οι Κρήτες»

Ο Ανωγειανός πηδηχτός ή χορός των Κουρητών, είναι ένας από τους παλιότερους πυρρίχιους χορούς της Κρήτης. Σύμφωνα με τη μυθολογία  ο Κρόνος, προκειμένου να μη χάσει τη βασιλική του εξουσία, κάθε παιδί που γεννιόταν το καταβρόχθιζε. Η Ρέα, σύζυγος του Κρόνου, για να γλιτώσει το παιδί που κυοφορούσε διέφυγε στην Κρήτη στο περίφημο Ιδαίου Άντρο, του Οροπέδιο της Νίδας. Στο σπήλαιο αυτό η Ρέα γέννησε και έκρυψε το Δία και για να ξεγελάσει τον Κρόνο τύλιξε μια πέτρα και του την έδωσε να την καταπιεί. Επιστρατεύτηκαν τότε οι ένοπλοι Κουρήτες, οι οποίοι για να καλύψουν το κλάμα του Δία, χόρευαν έξω από τη σπηλιά πηδηχτούς ρυθμικούς χορούς, χτυπώντας τα πόδια τους στη γη και τα όπλα πάνω στις ασπίδες τους. Κάπως έτσι προέκυψε ο καθαρά αντρικός αυτός χορός.

Το μουσικό μέτρο είναι 2/4 και ο χορός αποτελείται από δώδεκα βήματα (έξι μπροστά και κατόπιν έξι προς τα πίσω). Οι χορευτές πιάνονται σταυρωτά με λαβή χιαστί με το αριστερό χέρι πάνω από το δεξί του επομένου και σχηματίζουν ημικύκλιο. Χτυπούν ρυθμικά τα πέλματα στο έδαφος, ενώ τα ταλίμια τους περιορίζονται στο ελάχιστο. Εξακολουθεί να θεωρείται αντρικός χορός, αλλά κάποιες φορές συναντάμε και γυναίκες να ακολουθούν τους άντρες στο χορό. Με την γνήσια μορφή του, συναντάμε τον χορό αυτό σήμερα στα Ανώγεια αλλά και σε μερικά άλλα χωριά του Μυλοποτάμου καθώς και του Μαλεβιζίου. Υπάρχουν ακόμα μαρτυρίες και αφηγήσεις, που ισχυρίζονται ότι ο χορός αυτός χορευόταν και στα ορεινά χωριά της επαρχίας Αμαρίου.

Σούστα

«Έλα να τη χορέψουμε τη σούστα κοπελιά μου,

να ζαλιστείς και να βρεθείς  μέσα στην αγκαλιά μου»

Η Σούστα με καταγωγή από το Ρέθυμνο, είναι αντικριστός ερωτικός χορός της Κρήτης που χορεύεται κατά ζευγάρια (άντρας με γυναίκα), εξωτερικεύει την ερωτική ευαισθησία του Κρητικού. Θεωρείται κατάλοιπο και αυτή όπως όλοι οι κρητικοί χοροί κάποιου αρχαίου πολεμικού χορού, γιαυτό στην αρχική του μορφή χορευόταν αντικριστά από άνδρα σε άνδρα. Πολύ αργότερα, ο χορός άρχισε να χορεύεται από ζευγάρια (άνδρας – γυναίκα) παίρνοντας χαρακτήρα ερωτικό. Ενδεχόμενα, η συμμετοχή της γυναίκας στη σούστα να ήταν και μια κοινωνική απαίτηση καθώς λόγω της αυστηρότητας των ηθών η συνεύρεση άντρα και γυναίκας στο χορό αποτελούσε κάποιου είδους επανάσταση. Εξαιτίας του χαραχτήρα του και του σκοπού για τον οποίο επικράτησε ονομάζεται και «Χορός του Έρωτα», καθώς η σούστα έδινε τη δυνατότητα στα ζευγάρια να βρεθούν απέναντι και να ανταλλάξουν ματιές, κάτι που υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσε να προκαλέσει κοινωνικές αντιδράσεις.

Το μουσικό μέτρο του χορού είναι 2/4 και τα βήματά του 3 που επαναλαμβάνονται και μοιάζουν με πηδηματάκια τα οποία κάνουν τα σώματα των χορευτών να ωθούνται σαν από κάποιο ελατήριο. Έτσι, κατά την Ενετοκρατία ο χορός παίρνει τη σημερινή του ονομασία από την Ιταλική λέξη susta δηλαδή ελατήριο.

Ο χορός δίνει ελευθερία κινήσεων στο ζευγάρι το οποίο μπορεί να κινεί και να απλώνει τα χέρια του εκφράζοντας τα συναισθήματά του.Ουσιαστικά ο χορός περιγράφει μια ερωτική ιστορία μεταξύ του ζευγαριού που χορεύει. Ο άντρας στέκεται απέναντι στη κοπελιά αγέρωχα, επιθετικά, κοιτώντας τη προκλητικά στα μάτια. Η κοπελιά με τη στάση της και τις κινήσεις της, δείχνει μια σεμνότητα, μια ντροπή αλλά και μια χαρά μαζί. Κάνει πως ανταποκρίνεται στις προκλήσεις του άντρα αλλά την τελευταία στιγμή τον αποφεύγει με χάρη και του γυρίζει ναζιάρικα τη ράχη της. Στη σούστα μπορεί να εκφραστεί το χρονικό μιας ερωτικής γνωριμίας σε όλη της την εξέλιξη μέχρι την ένωση.

Σιγανός

«Του έρωτα τσι κοντυλιές ακούω στη καρδιά μου

και σένα θέλω αγάπη μου παντοτινά δικιά μου»

Πολλοί πιστεύουν ότι αποτελεί αναπαράσταση της πορείας του Θησέα στο Λαβύρινθο, για το λόγο αυτό τον αποκαλούν ως το Χορό του Θησέα. Αργός βραδυκίνητος χορός, με κύριο χαρακτηριστικό ότι στο ρυθμό του τραγουδούν μαντινάδες, τα γνωστά δεκαπεντασύλλαβα δίστιχα. Σε κάποιες περιπτώσεις, η στροφή της κάθε μαντινάδας λέγεται στο χορό από κάποιον τραγουδιστή ή χορευτή και την επαναλαμβάνουν οι υπόλοιποι. Παλιότερα χορεύονταν με τα χέρια σταυρωτά ενώ τώρα πια έχει καθιερωθεί να χορεύεται με τα χέρια στους ώμους. Επίσης μέχρι πριν μερικά χρόνια ήταν ο χορός της Νύφης στους γάμους σε κάποιες περιοχές της Κρήτης, στην εποχή μας όμως στο ρόλο αυτό έχει περισσότερο επικρατήσει ο Συρτός.

Υπάρχει πλήθος μελωδιών οι γνωστές μας «κοντυλιές» που αποδίδουν το χορό, οι περισσότερες από τις οποίες προέρχονται από το Λασίθι και τις ανατολικές επαρχίες του Ηρακλείου.Το μουσικό μέτρο του χορού είναι 2/4. Παραλλαγές του χορού συναντάμε σε διαφορετικά μέρη της Κρήτης. Το Σιγανό με τα οκτώ βήματα, συνηθίζεται στο Ρέθυμνο, ενώ το Σιγανό με τα έξι βήματα χορεύεται σε όλη την Κρήτη. Αρκετές φορές, με τη βοήθεια των οργάνων ο χορός σταδιακά επιταχύνει για να μετατραπεί σε γρήγορο πεντοζάλι.

Πεντοζάλι

«Άλλος ξανοίγει το γκρεμό και τονε πιάνει ζάλη

κι άλλος στην άκρη του γκρεμού χορεύγει πεντοζάλι»

Το πεντοζάλι είναι πηδηχτός, δυναμικός χορός με, επαναστατικό και ηρωικό χαρακτήρα. Στο ξεκίνημά του ήταν καθαρά αντρικός χορός και χορευόταν από άντρες οπλισμένους, ωστόσο στις μέρες μας αποδίδεται και από γυναίκες. Λέγεται έτσι γιατί έχει πέντε βασικά βήματα τα οποία επαναλαμβάνονται και γίνονται 10. Το μουσικό μέτρο του χορού είναι 2/4

Υπάρχουν βάσιμες ιστορικές αναφορές για το πώς ο χορός ξεκίνησε:

Το φθινόπωρο του 1769, ένας έμπορος από την Ανώπολη των Σφακίων, ο Ιωάννης Βλάχος ή Δασκαλογιάννης κάλεσε όλους τους καπεταναίους της επαρχίας Σφακίων και τους προέτρεψε σε επανάσταση εναντίων των Τούρκων. Έτσι προέκυψαν οι 12 πρωτεργάτες της επανάστασης της 10ης Οκτωβρίου του 1769 με αρχηγό το Δασκαλογιάννη. Στη συνέχεια κάλεσαν τον Στεφανή Τριανταφυλλάκη ή Κιόρο στην Ανώπολη για να ετοιμάσει ένα νέο χορό ειδικά γραμμένο για το «πέμπτο ζάλο» δηλαδή την επικείμενη επανάσταση. Ο Κιόρος κάθισε έξι μήνες στην Ανώπολη και συνέθεσε τις 12 μελωδίες του πεντοζάλη οι οποίες είναι 12, όσοι και οι οπλαρχηγοί, ενώ ο χορός έχει 10 βήματα όπως η ημέρα εκκίνησης της επανάστασης. Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι πρόσφατα, οι κάτοικοι των επαρχιών Κισσάμου και Σελίνου όταν χόρευαν το πεντοζάλι, στο άκουσμα κάθε σκοπού της μουσικής φώναζαν το όνομα του οπλαρχηγού στον οποίον αντιστοιχούσε ο σκοπός, για να τιμήσουν έτσι τη μνήμη του.

Το πεντοζάλι ήταν ο χορός που εμψύχωνε τους άντρες να πολεμήσουν. Είναι γρήγορος, αντρικός χορός που χορεύεται με έντονα πατήματα στο έδαφος. Χορεύεται κυκλικά, και οι χορευτές πιάνονται από τους ώμους, εκφράζοντας με αυτό την αλληλοϋποστήριξη, την συνεργασία και την εμπιστοσύνη. Στο χορό αυτό δεν έχουν ιδιαίτερη θέση οι ατομικές δεξιοτεχνικές φιγούρες του μπροστινού. Ο Χορός απαιτεί συγχρονισμένες ομαδικές φιγούρες όλων των αντρών, τις λεγόμενες «πατιές» (πολλαπλά χτυπήματα των ποδιών στο έδαφος). Παρά τη Χανιώτική του προέλευση, ο χορός πλέον έχει καθιερωθεί σε ολόκληρη την Κρήτη και κατέχει ιδιαίτερη θέση στη χορευτική παράδοση του νησιού.

Μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, πολλοί από τους χορούς αυτούς δεν ήταν διαδεδομένοι σε όλο το νησί καθώς προέρχονταν από διαφορετικές περιοχές της Κρήτης.

Ο μαλεβιζιώτης χορεύονταν στο νομό Ηρακλείου, ο Συρτός και το πεντοζάλι στο νομό Χανίων, ο Ανωγειανός πηδηχτός στο Μυλοπόταμο και η σούστα στο νομό Ρεθύμνου. Μόνον ο σιγανός ήταν διαδεδομένος σε ολόκληρο το νησί.

Πηγές: www.erotokritosxoreutiko.gr, www.destinationcrete.gr, www.chania-info.gr